Δευτέρα 21 Ιουνίου 2010

Δίδαγμα...

Το παρακάτω όνειρο παιδεύομαι εδώ και μία εβδομάδα περίπου να το γράψω αλλά πάντα κάτι συμβαίνει!!! Τώρα όμως το πήρα απόφαση...

Είμαι στο σπίτι μου και κάθομαι, χαζεύω στην τηλεόραση...ξαφνικά χτυπάει το κινητό μου. Είναι η Κ. από τη δουλειά η οποία μου προτείνει να πάμε κάπου πάρα πολύ ωραία για καφέ.
Της λέω "ΟΚμ που?"
Μου απαντά: "Είναι στη Γούναρη, σχετικά ψηλά, Γούναρη 100, θα το δεις."
Ξεκινάω να ντύνομαι βιαστικά, βγαίνω στον δρόμο, ήταν ακόμα απόγευμα και ήταν άνοιξη, φτάνω στη Γούναρη και αρχίζω να ψάχνω, δεν υπήρχε εκεί γύρω καφετέρια...
Αρχίζω να ψάχνω τις πολυκατοικίες να βρω το νούμερο 100, το βρίσκω, ήταν μια πολύ παλιά πολυκατοικία. Κοιτάζω τα κουδούνια...ήταν νοσοκομείο.
Ταράζομαι (δεν αντεχω τα νοσοκομεία για κανέναν λόγο), αποφασίζω να την πάρω τηλέφωνο. Παρ' όλα αυτά όμως δεν μου χαλάει η διάθεση!Περιμένω αρκετή ώρα μέχρι να απαντήσει - φαντάζομαι ότι θα είναι στο αυτοκίνητο και θα έρχεται και δεν θα το ακούει- .
Τελικά το σηκώνει
-Που είσαι? (την ρωτάω εγώ)
-Σπίτι.
-Σπίτι? Καλά δεν θα 'ρθεις?
-Όχι.
-Καλά πλάκα μου κάνεις?Γιατί?
-Ήθελα απλά να πας μέχρι έκει και να δεις πως είναι. Να δεις ότι μπορείς να αισθάνεσαι ασφάλεια παντού...

Ξύπνησα, ήρθα στη δουλειά και της το είπα αμέσως, προφανώς είχα επιρρεαστεί πάρα πολύ από μια συζήτηση που είχαμε την προηγούμενη μέρα.

Κ. σε ευχαριστώ πολύ!!!

Το αστείο σε όλη αυτή την ιστορία είναι ότι καθώς της διηγούμουν το όνειρό μου καθόταν στον υπολογιστή και έψαξε κατ'ευθείαν να δει τι είναι στην Γούναρη 100.
Και τι ήταν???
Μια γνωστή αλυσίδα ζαχαροπλαστείων...
Τραγικό??? Μέχρι και στο υποσυνείδητό μου έχω ζαχαροπλαστεία...

Ανάδυση

Σε όλους μας αρέσει να βλέπουμε ζωντανά όνειρα, να είναι λες και τα ζούμε πραγματικά, σε όλη τους την ένταση και όχι με την ψευδαίσθηση της όρασης που μας δίνει ο ονειρόκοσμος. Κάποιες φορές όμως είναι πολύ δύσκολο να τα αντέξεις, σχεδόν τρομακτικό.

Βρίσκομαι στην προβλήτα μιας παραλίας. Κοιτάω πίσω μου, το πέτρινο μπαράκι είναι εκεί, χωμένο κάτω από τα δέντρα, κανείς δεν βρίσκεται εδώ, μόνο εγώ, ακόμα και εδώ μόνος. Παρ' ότι δεν είναι νύχτα έχει σκοτεινιάσει, σύννεφα, στο βάθος ίσα που βλέπω τα βουνά να τα γαζώνουν οι κεραυνοί. Ψιχαλίζει, δεν με ενδιαφέρει, κοιτάω μόνο το σκοτεινό μπλε της θάλασσας, το αεράκι ίσα που μου χαϊδεύει το πρόσωπο, όμως είμαι προσηλωμένος στο σκοτεινό μπλε της θάλασσας, θέλω να το αγκαλιάσω, να χαθώ μέσα του. Πηδάω, πάντα μου άρεσαν αυτά τα δευτερόλεπτα που είσαι στον αέρα πριν πέσεις στο νερό, εκεί η σιωπή παίρνει όλα τα χρώματα, την ποτίζουν όλες σου οι σκέψεις και τα θέλω για αυτό μετατρέπεσαι σε μολύβι που προσπαθεί να γράψει, σπάει όμως από την δύναμη που το κρατάς και ο ήχος του αντικαθίσταται από τον ήχο του νερού όπως βίαια σε αγκαλιάζει.

Ανοίγω τα μάτια μέσα στο νερό, είναι σκοτεινά προς τα κάτω και μόνο μερικές αχτίδες φωτός με προσανατολίζουν ώστε να καταλάβω που είναι η επιφάνεια και που ο βυθός. Σταματάω να κινούμαι για μια στιγμή, θέλω για μια φορά να αφεθώ στο ρεύμα δίχως κόντρα και δίχως κατεύθυνση να νιώσω τα θέλω και τα συναισθήματά μου να με μουλιάζουν όπως το νερό, όπως με περονιάζει το κρύο του βυθού, να νιώσω την διέξοδο όπως βλέπω τις αχτίδες φωτός. Όμως το οξυγόνο, όπως και η ζωή δεν είναι ποτέ αρκετά. Πρέπει να αναδυθώ, ανεβαίνω προς τα πάνω, μόλις όμως φτάνω στην επιφάνεια δεν μπορώ να βγω. Λες και καλύψανε την επιφάνεια με ένα άθραυστο γυαλί, το χτυπάω με όλη μου την δύναμη, με τα χέρια, με τα πόδια, με το κεφάλι, ματώνω, η τελευταία μου λύση είναι η κραυγή, η κραυγή της απελπισίας...

Ξύπνησα, έντρομος, ήταν τόσο ζωντανό που στον ύπνο μου είχα βγάλει τον νάρθηκα που έχω για λίγες μέρες στο δεξί μου χέρι. Ίσως ήταν πιο ζωντανό από ότι μπορούσα να αντέξω.

Δευτέρα 14 Ιουνίου 2010

Μια βόλτα στο υποσυνείδητο....

Ήρθε λοιπόν και η σειρά μου να αφηγηθώ ενα όνειρο που είδα πρίν λίγες μέρες! Άργησα, το ξέρω, αλλά ποτέ δεν είναι αργά! Καμμιά φορά χρειάζεται να το επεξεργαστείς λίγο, να βρείς την ερμηνεία του και μετά να το μοιραστείς! Δεν σας έχει τύχει?

Είμαστε λοιπόν όλοι μαζί (Η κλασσική παρέα του Blog!) και πίνουμε μπύρες στην Όλγας.
Πάντα ως παρέα κάναμε κάθε είδους κουβέντα και παντα το μόνο που μας "έκοβε" ήταν ο χρόνος ο οποίος και πάλι κάποια στιγμή έκανε αδιάκριτα την εμφάνιση του.. Χαιρετηθήκαμε αφήνοντας την κουβέντα στη μέση, οχι οτι ήταν κάτι σημαντικό βέβαια!

Ο Κώστας μου λέει οτι έχει όρεξη για περπάτημα. Κάτι ήθελε να μου πεί και δεν το είχα καταλάβει.. Ήμουν κουρασμένος οπότε τον πήρα μέχρι το σπίτι μου με το αυτοκίνητο και θα γυρνούσε με τα πόδια..

Φτάσαμε και τελικά ανεβήκαμε λίγο πιο πάνω σε ενα ήρεμο μέρος "Έτσι για βόλτα!".

Εδώ περιπλέκεται η υπόθεση! Θυμάμαι δυο εκδοχές του ονείρου.

Στην πρώτη μείναμε μέσα στο αυτοκίνητο και ακούσαμε δυο-τρία τραγουδια και φύγαμε.

Στη δεύτερη όμως κατεβήκαμε και θαυμάζαμε τον ουρανό. Είχε πολύ ωραία νύχτα και παρ'οτι βρισκόμασταν μέσα στην πόλη έβλεπες αρκετούς αστερισμούς! Άναψα ενα τσιγάρο και εκεί ξεκίνησαν ολα. Χωρίς να το καταλάβουμε ξεκινήσαμε μια απο τις πιο σοβαρές συζητήσεις που έχουμε κάνει ποτέ, ίσως δεν είναι σωστός ο όρος συζήτηση, θα μπορούσα να το πω και ψυχανάλυση. Ανοίξαμε και οι δυο τα πιο σκονισμένα κουτιά του μυαλού μας και περιέγραφε ο ένας στον άλλο το περιεχόμενό τους.. Το εχω πεί και στο παρελθόν,δεν υπάρχουν καλύτεροι "γιατροί" απο τους φίλους. Εξ'αλλου ποιός σε γνωρίζει καλύτερα? Κανεις!

Κάπως πιο χαλαροί λοιπόν, μετά απο αρκετή ώρα αναλύσεων και σκέψης είπαμε να φύγουμε.. Αυτή τη φορά μας διέκοψαν κάτι κόκκορες που είχαν ενοχληθεί μάλλον απο τον "θόρυβο" που κάναμε γι'αυτούς! 'Η απλώς επειδή κόντευε να ξημερώσει! Πραγματικά όμως νιώθαμε οτι είχε φύγει ενα βάρος απο μέσα μας. Χαιρετηθήκαμε ξανά και πήγαμε για ύπνο.

Το πιο περίεργο στήν ολη υπόθεση είναι οτι το πρωϊ πραγματικά ένιωθα αυτή την αίσθηση της ανακούφισης. Το ίδιο και ο Κώστας, που επίσης ήξερε τα πιο πολλά θέματα πρίν του τα πω..

Μήπως μερικά όνειρα είναι πιο ζωντανά απο οτι πρέπει να είναι? Ποιός καθορίζει το πόσο ζωντανό είναι ενα όνειρο?

Ίσως μερικές καλές στιγμές που ζούμε οσο είμαστε έξ-υπνοι μένουν ως όνειρα στο υποσυνήδειτό μας..

Κυριακή 13 Ιουνίου 2010

Κομμένες σκηνές

Πολλές φορές τα όνειρα είναι όχι απλά περίεργα αλλά φαίνονται και τελείως ασύνδετα, σαν κομμένες σκηνές από διάφορες ταινίες ενωμένες σε ένα φιλμ. Ένα τέτοιο ήταν και το δικό μου, περίεργο και ανακατεμένο, που μέχρι και τώρα στο τέλος της ημέρας με προβληματίζει και μου ανακατεύει συναισθήματα και στιγμές. Δεν αναφέρω τα γυναικεία ονόματα για αυτονόητους λόγους, όλες οι πιθανότητες δεκτές αλλά μόνο ο "ονειροπαρμένος" έχει πάντα το δικαίωμα της γνώσης των ονείρων του.

Βρίσκομαι σε ένα μεγάλο σκοτεινό δωμάτιο. Υπάρχει πλήθος κόσμου και φώτα που αναβοσβήνουν, λες και βρίσκομαι στον κάτω όροφο του decadance στην Αθήνα, αλλά είμαι κάπου αλλού. Δίνουν βραβεία αλλά δεν ξέρω γιατί, ο κόσμος ζητωκραυγάζει, φωνάζει τραγουδάει, παραληρεί. Κάποιος ανεπιθύμητος για μένα είναι αυτός που τα απονέμει, εκείνη την στιγμή που αηδιάζω από την φωνή του, που θεριεύει η απέχθεια μέσα μου ακούω να λέει το όνομά μου. Ο κόσμος για μια στιγμή παγώνει. Μόνο για μια στιγμή όμως, έπειτα συνεχίζει στην δικιά του νιρβάνα, παραδομένος στην ανούσια επεφημία. Είμαι πίσω πίσω, σηκώνω το χέρι για να δείξω παρών, δεν θέλω να παραλάβω βραβείο από αυτόν τον καραγκιόζη, ειδικά τώρα. Θυμάμαι τον εαυτό μου να τραγουδά σε μια σκηνή και τον κόσμο να χορεύει από κάτω, μα ποτέ δεν είχα φωνή τραγουδιστή και εκείνη την ώρα που το σκέφτομαι δεν ξέρω αν φαντάζομαι μέσα στο όνειρο ή ονειρεύομαι μέσα στο όνειρο. Η σκηνή ξαφνικά αλλάζει...

Βρίσκομαι σε ένα αυτοκίνητο, οδηγάω ο ίδιος. Μυστήρια οχήματα αυτά τα αυτοκίνητα, σαν διασταύρωση από αυτοκίνητα των 50's και των 70's. Με κυνηγάει άλλο ένα, είναι βράδυ γιατί τα φώτα μας χοροπηδούν καθώς τρέχουμε σε χωμάτινους δρόμους που πέρα από τα αρκετά λασπωμένα τους σημεία έχουν και πολλά πηδήματα. Συγκρουόμαστε που και που μα ποτέ τόσο δυνατά ώστε να ακινητοποιηθούμε. Ξεμακραίνω, έχει ξημερώσει και μπαίνω στην Πάτρα, είναι όμως μια άλλη Πάτρα, ξεχωρίζουν τα ψηλά κτίρια. Πολυκατοικίες στον ρυθμό του ελληνικού κιτς του 70 με τις αντίστοιχες αποχρώσεις του μπλέ, του κόκκινου και του πράσινου. Ο σκηνοθέτης του ονείρου αλλάζει πάλι πλάνο...

Βρίσκομαι τώρα γυμνός σε μια μπανιέρα, όρθιο με βρίσκουν βάναυσα οι κρύες σταγόνες του νερού. Λες και θέλω να ηρεμήσω από κάτι, νιώθω μια σκέψη να με βασανίζει μα μόλις πάω να την προσεγγίσω ανοίγει η πόρτα. Είναι η ΧΕ. Ξαφνιάζομαι τι θέλει αυτή εδώ; Πως απέκτησε ξαφνικά τέτοιες οικοιότητες ; Κάτι με ρωτάει. Είναι η σκέψη που με βασανίζει αλλά εγώ δεν μπορώ να την ακούσω λες και προσπαθώ να ερμηνεύσω διαλόγους σε βουβή ταινία, μόνο που εγώ δεν μπορώ να διαβάσω χείλη. Το νερό ζεσταίνεται χανόμαστε στους ατμούς και το τοπίο δεν είναι ίδιο...

Δεν ξέρω που είμαστε ακριβώς. Ένας γρεμός μεγάλος και απότομος. Βρισκόμαστε σε ένα πλατύ μονοπάτι που μοιάζει με μπαλκονάκι του γκρεμού. Είμαι με ένα άνθρωπο που γνώρισα σχετικά πρόσφατα, έναν άνδρα μεγαλύτερης ηλικίας από μένα και με την ΨΑ. Τι θέλει πάλι στα ονειρά μου ; Είναι πανέμορφη και την χαζεύω, χάνομαι πάλι στα μάτια της. Αυτός προχωρά μπροστά ενώ εμείς περπατάμε δίπλα δίπλα πιο πίσω. Στα αριστερά μας, πολλά μέτρα πιο κάτω φαίνεται ένας μακρόστενος μικρός κολπίσκος. Σταματάμε και τον χαζεύουμε, απλώνω το χέρι μου, η ΨΑ μου το σφίγγει, ξαφνιάζομαι ευχάριστα, δεν το πιστεύω. Γιατί μια τόση ανέλπιστη κίνηση μετά από τόσο καιρό ; Δεν με ενδιαφέρει πια το γιατί, γεμίζω με ευτυχία. Όμως το όνειρο με μεταφέρει στον κολπίσκο...

Είναι η ΖΣ που μάλλον έχει χωρίσει μετά από μακροχρόνια σχέση. Η ΖΣ είναι πολλά χρόνια φίλη με την ΨΑ, αλλά είμαστε μόνο η ΖΣ και εγώ σε αυτή την αμμουδιά. Ξαφνικά η ΖΣ γυμνώνεται μπροστά μου, με πλησιάζει τα χάνω. Μα είναι φίλη με την ΨΑ τι κάνει ; τι θέλει από μένα ; Μου μιλά για μια αρχαία ιεροτελεστεία για να "απελευθερωθεί" από τα δεινά του χωρισμού. Πρέπει λέει να κάνουμε μαζί πολλές δοκιμασίες, να κολυμπήσουμε μέχρι εξάντλησης στα γαλανά νερά και μετά με ότι δύναμη μας έχει απομείνει να αποκτηνωθούμε κάνοντας σεξ. Σαστίζω, δεν μπορεί να μου το ζητάει αυτό ; να το ζητάει από μένα ; μα δεν υπολογίζει καθόλου την ΨΑ ; Τα φώτα ανοίγουν, μαζί με τα μάτια μου.

Ξύπνησα μα ακόμα νιώθω το σφίξιμο στο χέρι από την ΨΑ...

Πέμπτη 3 Ιουνίου 2010

Όταν πέφτεις καμια φορά πονάς...

Ήρθε η σειρά μου να μοιραστώ και γω ένα ταξίδι μου στον ονειρόκοσμο

Ανακαταμένες εικόνες περνούν από μπροστά μου, όπως όταν ο πρωταγωνιστής της ταινίας ετοιμάζεται να αφήσει την τελευταία του πνοή. Εμένα όμως με τυλίγουν οι εικόνες, με τυλίγουν σε μια δίνη, νιώθω να με σηκώνει και ξαφνικά αλλάζουν όλα. Οι εικόνες σπάνε όπως τα θραύσματα ενός σπασμένου παρμπρίζ, πέφτω. Μαζί μου πέφτουν και τα γυάλινα θραύσματα, βλέπω ακόμα πάνω τους τις εικόνες της ζωής μου, φίλους, αγαπημένες, στιγμές, επιθυμίες, θέλω, όλα τώρα έχουν γίνει μια βροχή που πέφτει μαζί μου.

Σκοτάδι, αυτή η πτώση δείχνει να μην έχει τελειωμό. Η βροχή δυναμώνει, νιώθω ένα χέρι να με σφίγγει καθώς πέφτω, νιώθω τα μεγάλα του δάχτυλα να μου σφίγγουν την καρδιά, το μόνο που προβάλλει αντίσταση είναι η καρδιά μου, προσπαθεί κτυπώντας πιο δυνατά να ξεφύγει. Στροβιλίζομαι σε αυτή την πτώση, μέχρι που νιώθω πως το χέρι με αφήνει, δεν με αφήνει όμως. Μου δίνει περισσότερη ορμή, τώρα είμαι μέσα στην βροχή και τα θραυσματά έχουν γίνει μεγαλύτερα. Με χαρακώνουν, ματώνω, το αίμα μου γεμίζει τα μάτια, όλα θολώνουν από την πτώση και το αίμα, όλα γίνονται κόκκινα, κόκκινα και θολά.

Ευτυχώς πριν την πρόσκρουση με πρόλαβε ό ήχος κλήσης του κινητού μου, με έσωσε πάλι η σιδερένια μπάλα μου...